- ἑτεροθαλεῖς
- ἑτεροθαλήςflourishing on one sidemasc/fem acc plἑτεροθαλήςflourishing on one sidemasc/fem nom/voc pl (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ζηλαδέρφια — τα οι ετεροθαλείς αδελφοί. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλαδέλφια*, με σίγηση τού αρκτικού φων. α και τροπή τού λ σε ζ πιθ. από παρετυμολογική επίδραση τού ζήλεια / ζηλεύω βλ. και μηλαδέλφια] … Dictionary of Greek
όλυνθος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Στρυμόνα, βασιλιά της Θράκης. Ενώ κυνηγούσε, τον κατασπαράξανε λιοντάρια. 2. Γιος του Ηρακλή και της Βολίας, από τον οποίο πήρε την ονομασία της μια πόλη της Χαλκιδικής. 3. Άλλος γιος του Ηρακλή, από τον… … Dictionary of Greek
κληρονομική διαδοχή — Αλλαγή συνόλου σχέσεων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ενός ατόμου μετά τον θάνατό του. Το νέο πρόσωπο είναι ο κληρονόμος, το παλιό ο κληρονομούμενος και το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων η κληρονομιά. Ο κληρονόμος συνήθως είναι καθολικός… … Dictionary of Greek
Μενέλαος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την ομηρική παράδοση, ήταν ήρωας και βασιλιάς της Σπάρτης. Ο Όμηρος αναφέρει ότι ήταν γιος του Ατρέα, σύμφωνα όμως με τη μεταομηρική παράδοση ήταν γιος του Πλεισθένη και, κατά συνέπεια, εγγονός του Ατρέα. Είχε… … Dictionary of Greek
Ψαμάθη — Όνομα 2 μυθικών προσώπων. 1. Νηρηίδα, σύζυγος του Αιακού, από τον οποίο γέννησε τον Φώκο, επώνυμο των Φωκέων. Οι ετεροθαλείς αδελφοί του Φώκου, Πηλέας και Τελαμώνας, τον σκότωσαν εξαιτίας της υπεροχής του στους γυμνικούς αγώνες, οπότε η Ψ.… … Dictionary of Greek